τετταρακοντούτης

τετταρακοντούτης
τεσσαρακοντούτης , τεσσαρακοντούτης
forty years old
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τεσσαρακονταετής — ές και ως ουσ. τεσσαρακονταέτης και τεσσαραρακοντούτης, ο, ΝΜΑ, και τ. θηλ. τεσσαρακοντούτις Ν, και αττ. τ. αρσ. τετταρακοντούτης και τ. θηλ. τεσσαρακονταέτις, και τεσσαρακοντοῡτις, ούτιδος, ΜΑ 1. αυτός που έχει ηλικία σαράντα χρόνων, σαραντάρης… …   Dictionary of Greek

  • τεσσαρακοντούτης — ο, θηλ. τεσσαρακοντούτις, ΝΑ, και αττ. τ. τετταρακοντούτης και τ. θηλ. τεσσαρακοντοῡτις, ιδος, Α βλ. τεσσαρακονταετής …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”